Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Τα πιστοποιητικά νεωτερισμού και αξιοπιστίας των Ελλήνων πολιτικών

Μια από τις πιο συνήθεις εκδηλώσεις ξενομανίας στη χώρα μας, είναι η τάση να επικαλούμαστε ξένα πρότυπα και πρακτικές, ως πιστοποιητικά πνεύματος καινοτομίας, και ξένες απόψεις και εκτιμήσεις για εσωτερικά μας θέματα, ως τεκμήρια αξιοπιστίας των δικών μας θέσεων.

Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η αναφορά σε αναπτυγμένες χώρες βοηθά να καταδειχθούν πολλές από τις αδυναμίες μας και να διαμορφωθεί μια πληρέστερη άποψη για την Ελληνική πραγματικότητα, στο πλαίσιο των διεθνών οικονομικών και τεχνολογικών εξελίξεων. Μάλιστα σήμερα, με τη συνύπαρξη στην οποία πλέον μας υποχρεώνουν τα μέσα πληροφόρησης, η σύγκριση είναι και αναπόφευκτη. Όμως, πολλοί από τους «τεχνοκράτες» συμβούλους που, στο πλαίσιο καινοτόμων δράσεων, προωθούν αβασάνιστα την εφαρμογή ξένων τεχνολογικών προτύπων και των λεγόμενων «καλών πρακτικών» στη χώρα μας, εκτός του ότι συχνά οι ίδιοι δε φαίνεται να  έχουν αναλωθεί σοβαρά στη διάγνωση και πρόβλεψη καταστάσεων, αγνοούν ή αποσιωπούν δύο τουλάχιστο σημαντικές παραμέτρους:

·        Ότι από μόνη της η μεταφορά προτύπων και πρακτικών δεν έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα, αν υποσκελίζει απαραίτητα στάδια εξέλιξης και ωρίμανσης των συνθηκών και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υποδομής, οργάνωσης και ευαισθητοποίησης της κοινωνίας.

·        Ότι μια χώρα, ιδίως με τόση ιστορία και παράδοση σαν τη δική μας, πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με τη μελέτη και καλλιέργεια και της δικής της ταυτότητας, στην οποία ταιριάζει μια δικού της τύπου ανάπτυξη και καινοτομία.

Κάθε απομίμηση που αντιπαρέρχεται αυτούς τους όρους, όχι μόνο δεν αποφέρει τον υποσχόμενο εκσυγχρονισμό, αλλά αναπαράγει όλο και πιο ενισχυμένη την εξάρτηση και τη συνακόλουθη εκμετάλλευση της χώρας.

Κάτω από το ίδιο πρίσμα θα έπρεπε να  εξετάζονται και οι κάθε είδους απόψεις και νουθεσίες εξωτερικής προέλευσης, αντί να τροφοδοτούν την πιο υποτιμητική για τους πολιτικούς μας ροπή, να τις υποδέχονται ως επιδιαιτησία στις διαφορές τους, σαν να μη διαθέτουν δικά τους τεκμήρια αξιοπιστίας. Άλλωστε, ανεξάρτητα από την εγκυρότητά τους, αυτές βασίζονται μάλλον σε επιφανειακές διαπιστώσεις ή αποσπασματικές στατιστικές, παρά σε μια εμπεριστατωμένη διάγνωση των αιτιών. Ως προς τα κίνητρά τους, δεν είναι και τόσο καλοπροαίρετες και «μητρικές», όπως αρέσκονται κάποιοι να τις θεωρούν, σαν να αρμόζουν παρόμοιοι χαρακτηρισμοί στο πνεύμα συναλλαγών μιας εποχής ακραίου οικονομικού κυνισμού. Ας μη μας διαφεύγει τουλάχιστο, ότι οι σημαντικότεροι διεθνείς οργανισμοί ελέγχονται από χώρες με παράδοση στον αποικισμό και επιδόσεις στο νεο-αποικισμό…

Αν, λοιπόν, σήμερα, η συνύπαρξη στην κοινωνία της πληροφορίας και της γνώσης δεν είναι απλώς ωφέλιμη αλλά και αναπόφευκτη, χρειάζεται, παράλληλα με την ενίσχυση της εξωστρέφειάς μας, να αναπτύξουμε και τα δικά μας τεκμήρια νεωτερισμού και  αξιοπιστίας. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να οργανώσουμε, σε σωστές βάσεις, αντίστοιχα δικά μας εργαστήρια γνώσης και εκτιμήσεων, αξιοποιώντας το αδιαμφισβήτητο, αλλά διάσπαρτο και ασύνδετο πνευματικό δυναμικό μας. Έτσι θα διαθέτουμε στέρεα ερείσματα για τη χάραξη και υποστήριξη των πολιτικών μας και  δεν θα χρειάζεται να προσφεύγουμε ή να ενδίδουμε μονίμως σε ξένες εκτιμήσεις, μέχρι και για την επίλυση των εσωτερικών μας διαφορών.